ανθρωπόλεθρος

ανθρωπόλεθρος
ἀνθρωπόλεθρος, -ον (Μ)
αυτός που εξολοθρεύει τους ανθρώπους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἀνθρωπόλεθρος — plague of men masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρωπόλεθρον — ἀνθρωπόλεθρος plague of men masc/fem acc sg ἀνθρωπόλεθρος plague of men neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • ՄԱՐԴԱԴԱՒ — (ի, աց.) NBH 2 0219 Chronological Sequence: 8c ա. ἁνθρωπόλεθρος homicida. Որ դաւէ զմարդիկ. մարդագող. աւազակ. սպանօղ. *Ճանապարհ գիշերոյ եւ մարդադաւաց. Խոր. ՟Բ. 36 …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”